ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ: Δρ Μήτσιου Γλυκερία Σχολικός Σύμβουλος 1ης
Π.Ε. ν. Λάρισας
Διδάκτωρ Νευροψυχολογίας Μαθησιακών Δυσκολιών Διαταραχών Γραφής Πανεπ.
Θεσσαλίας
Καμιά περιοχή της ειδικής αγωγής δεν έχει γνωρίσει τόσο ραγδαία ανάπτυξη και
εξαιρετικό ενδιαφέρον όσο οι μαθησιακές δυσκολίες, ενώ ο αριθμός των παιδιών
που αναγνωρίζονται ως μαθησιακά αδύναμα υπερβαίνει το συνολικό αριθμό των
παιδιών που υποφέρουν από εγκεφαλικές δυσλειτουργίες, επιληψία και νοητική
υστέρηση.
Τα τελευταία 20 χρόνια ένα σημαντικό ποσό γνώσης που προήλθε από έρευνα και
ενισχύθηκε από εμπειρία, έχει οδηγήσει στο συμπέρασμα πως όσο νωρίτερα
διαγνωστεί μια μειονεκτική κατάσταση και παρασχεθεί σωστή παρέμβαση, τόσο
καλύτερες είναι οι πιθανότητες ανάπτυξης του παιδιού. Είναι γεγονός ότι τα
πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού καθώς και τα πρώτα σχολικά χρόνια είναι
κρίσιμα για την ανάπτυξή του.
Περίπου ένα στα τρία παιδιά αντιμετωπίζουν ειδικές μαθησιακές διαταραχές:
όπως, δυσλεξία, δυσκολία στη γραφή, στην ανάγνωση, στην αριθμητική.
Συγκεκριμένα εμφανίζεται η δυσλεξία σε ποσοστό 3-15% σε παιδιά της σχολικής
ηλικίας, 3:2 αγόρια κορίτσια. Με δυσκολία στη γραφή π.χ. Δυσγραφία :το 4%
του σχολικού πληθυσμού περισσότερο στα αγόρια. Στην ανάγνωση ΕΜΦΑΝΊΖΕΤΑΙ ΤΟ
Σύνδρομο του Αργού Αναγνώστη και στην αριθμητική, η λεγόμενη, Δυσαριθμησία:
σε ποσοστό 6% του σχολικού πληθυσμού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δυσκολίες στη μάθηση εμφανίζονται συχνότερα στα
αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια, με αναλογία 4 προς 1 γεγονός που αποδίδεται
σε αμιγώς βιολογικούς παράγοντες.
Στην Ελλάδα σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, το 4-6% των παιδιών της σχολικής
ηλικίας 5-18 χρόνων, αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της Δυσλεξίας, ενώ στις
Η.Π.Α. το 21%.
Η Δυσλεξία είναι έμφυτη και οφείλεται σε εγκεφαλικές δυσλειτουργίες στο
επίπεδο των νευρωνικών συνελεύσεων.
Η αόρατη ασθένεια της εποχής μας, η ασθένεια που δεν έχει καμία σχέση με τη
νοητική ικανότητα, την ηλικία ή τις εκπαιδευτικές ευκαιρίες του παιδιού και
προκαλεί μια μυστηριώδη δυσκολία στο χειρισμό των λέξεων και των συμβόλων,
είναι η δυσλεξία και η οποία φυσικά, βρίσκεται κάτω από την ομπρέλα
των Μαθησιακών Διαταραχών.
Ο όρος μαθησιακές δυσκολίες ή Διαταραχές, περικλείει, διαταραχές γλώσσας,
διαταραχές γραφής, ανάγνωσης, αριθμητικής και επικοινωνίας. Σε όλα αυτά,
βέβαια, προστίθεται και το σύνδρομο της υπερκινητικότητας, της διάσπασης
προσοχής, οι μη μαθησιακές γλωσσικές δυσκολίες που είναι η συμπεριφορά και
γενικά προβληματικές ψυχολογικές καταστάσεις και οι ψευδοδιαταραχές.
Συγκεκριμένα με τον όρο μαθησιακές δυσκολίες εννοούμε μια ομάδα διαταραχών
που αφορούν τη γλώσσα, την αντίληψη, την ομιλία, τη γραφή, την αριθμητική,
τη μάθηση και τη μνήμη, την κίνηση, την προσοχή, τη σκέψη, το συλλογισμό και
τους μηχανισμούς επίλυσης που οφείλονται σε διαταραχές του κεντρικού
νευρικού συστήματος.
Οι μαθησιακές διαταραχές μπορεί να αφορούν παιδιά οποιαδήποτε ηλικίας και
εφυίας. Δεν οφείλονται πρωτογενώς σε προβλήματα ακοής, όρασης ή κίνησης,
νοητικής καθυστέρησης, συγκινησιακής διαταραχής ή περιβαλλοντικής
αποστέρησης. Μπορεί όμως να εμφανιστούν μαζί με όλα αυτά.
Προέρχονται από γενετικές αλλοιώσεις, βιοχημικές ανωμαλίες, από προ-
γεννητικές καταστάσεις ( όπως: μολυσματικές ασθένειες και ιογενείς λοιμώξεις
της εγκύου, ακτινοβολία Χ, διαβήτης, νεφρική ανεπάρκεια, υποθυρεοειδισμός,
συγκινησιακές καταστάσεις κ.λ.π. φαρμακευτικές και τοξικές ουσίες, κάπνισμα
και ναρκωτικά).
Επίσης οι μαθησιακές διαταραχές μπορεί να οφείλονται σε περιγεννητικούς
παράγοντες (από την 28η εβδομάδα της εξωμήτριας ζωής, ιδιαίτερα κατά την ώρα
του τοκετού, όπως: ενδοκρανιακή αιμορραγία, εγκεφαλική κάκωση, ανοξία
νεογνού, επιπλοκές στη γέννα, ίκτερος κ.λ.π.) και
σε μεταγεννητικούς παράγοντες οι οποίοι προκαλούνται από μικροτραυματισμούς
του παιδιού στο κεφάλι, από διαφόρους όγκους και φλεγμονές στον εγκέφαλο,
από την κακή διατροφή(επιβράδυνση στην ανάπτυξη των νοητικών λειτουργιών),
από ασθένειες που προκαλούν υψηλό πυρετό, από μηνιγγίτιδα, από εγκεφαλίτιδα,
από επιλεπτογενείς σπασμούς κ.λ.π.
Οι βιολογικοί, ψυχολογικοί και κοινωνικοί παράγοντες προβληματίζουν για τη
συμμετοχή τους στην αιτιολογία των μαθησιακών δυσκολιών, ενώ δεν υπάρχει
σήμερα καμία αμφιβολία ότι οι νοητικές λειτουργίες σχετίζονται στενά με τη
δραστηριότητα του εγκεφάλου.
Βασική προϋπόθεση για μια ομαλή εξέλιξη της λειτουργίας της μάθησης, είναι
να αποφεύγουμε τον αρνητισμό, το άγχος, την κατάθλιψη, το συναισθηματικό
μπλοκάρισμα, την ψύχωση και άλλους εξωτερικούς παράγοντες.
Το παιδί με μια εγκεφαλική δυσλειτουργία δεν έχει να αντιμετωπίσει κανένα
πρόβλημα, μέχρι τη στιγμή που αρχίζει το σχολείο, όπου για πρώτη φορά
γίνονται φανερές οι γνωστικές του δυσκολίες. Τα παιδιά αυτά πολύ συχνά
αντιμετωπίζουν δευτερογενή συναισθηματικά προβλήματα, ξεκινώντας από τις
ματαιώσεις που έχουν στο σχολείο.
Τα ποσοστά των παιδιών που παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες εμφανίζονται με
την παρακάτω συχνότητα: Αγγλία 14%, Γαλλία 14%, Η.Π.Α. 15%, Καναδάς 16%,
Ελλάδα 15% και Θεσσαλία Φθιώτιδα 15% ποσοστό που προήλθε από επιδημιολογική
έρευνα που πραγματοποίησα το 1998, σε 6.644 παιδιά προσχολικής ηλικίας.
Έρευνα που είναι πρώτη πανελληνίως και δεύτερη παγκοσμίως, τα στοιχεία της
οποίας έχουν ανακοινωθεί σε πανελλήνια και παγκόσμια συνέδρια και φυσικά
έχουν δημοσιευτεί σε επιστημονικά περιοδικά.
Συμμετείχαν 3.394 αγόρια και 3.250 κορίτσια, με στόχο τον πρώιμο εντοπισμό
διαταραχών σε βασικές νευροψυχολογικές διαδικασίες, που προειδοποιούν για
εμφάνιση βασικών προβλημάτων στις πρώτες τρεις τάξεις του δημοτικού
σχολείου. Εργαλείο της έρευνας αποτέλεσε ειδικά διαμορφωμένο ερωτηματολόγιο,
που εξέταζε την επιλογή χεριού, τη συμμετοχή σε ελεύθερες δραστηριότητες, σε
ομαδικά παιχνίδια, στην αισθητική αγωγή, στις δεξιότητες, στο νοητικό
(ΠΡΟΓΡΑΦΗ ΠΡΟΑΝΑΓΝΩΣΗ ΠΡΟΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ) και στον ψυχοκινητικό τομέα.
Το 94% των παιδιών προέρχονται από δημόσια σχολεία και το 6% από ιδιωτικά
και παιδικούς σταθμούς της Θεσσαλίας.
Η κατανομή των παιδιών ανά νομό δίνει μεγαλύτερη συμμετοχή στο νομό της
Λάρισας με 47% και ακολουθούν οι νομοί της Καρδίτσας με 16,6%, της Φθιώτιδας
με 14,9%, Μαγνησίας 11,8% και Τρικάλων 9,7%.
Η κατανομή των παιδιών ανάλογα με την επιλογή χεριού, έδειξε το 90% να
χρησιμοποιεί το δεξί χέρι, το 7% των παιδιών χρησιμοποιεί το αριστερό χέρι (
ποσοστό πολύ κοντά στα διεθνή ποσοστά που αναφέρουν την αριστεροχειρία στο
6-10%) και το 3% των παιδιών είναι αμφίχειρα.
Βέβαια η χρήση του χεριού και η σχέση αυτού με την εμφάνιση των Μαθησιακών
Δυσκολιών είναι ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο.

Τα αποτελέσματά μας έδειξαν σαφές προβάδισμα των κοριτσιών σε όλους τους
τομείς έναντι των αγοριών. Παρατηρείτε ότι οι γραμμές έπίδοσης και των δύο
φύλων είναι σχεδόν παράλληλες πράγμα που δείχνει ότι ανεξαρτήτου φύλου η
δυσκολία των αντικειμένων εκμάθησης είναι ίδια και για τα δύο φύλα,
εμφανίζοντας ως το αδύνατο σημείο το νοητικό τομέα και το καλύτερο τα
ομαδικά παιχνίδια.
Τα συγκεντρωτικά στοιχεία ανά επιλογή χεριού έδειξαν ότι τα αμφίχειρα παιδιά
υστερούν σε όλους τους τομείς έναντι των αριστερόχειρων και των Δεξιόχειρων,
με τα δεξιόχειρα να είναι λίγο καλύτερα από τα αριστερόχειρα. Και στις τρεις
κατηγορίες ΣΗΜΕΙΩΝΕΤΑΙ Η ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΗΝ ΠΡΟΑΝΑΓΝΩΣΗ Και η καλύτερη
στα ομαδικά παιχνίδια.
Τα συγκεντρωτικά στοιχεία μας ανά νομό, έδειξαν μια υπεροχή των νομών
Λάρισας και Μαγνησίας σε όλους τους τομείς. Με μικρή διαφορά ακολουθεί ο
νομός Τρικάλων, ενώ οι νομοί Φθιώτιδας και Καρδίτσας, δίνουν χαμηλότερες
επιδόσεις σε αρκετούς τομείς και κυρίως στην προανάγνωση και στα
προμαθηματικά.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από το σύνολο του δείγματος το 14% εμφάνισε
Καθρεπτική γραφή δίνοντας το προβάδισμα στα αριστερόχειρα αγόρια.
Το συνολικό ποσοστό εμφάνισης Μαθησιακών Δυσκολιών κάλυψε το 15% των
συμμετεχόντων .
Αναφορικά με τη σχολική επίδοση των φύλων, τα αποτελέσματα της έρευνας μας
επιβεβαιώνουν για ακόμη μία φορά ότι τα κορίτσια ωριμάζουν σε όλους τους
τομείς της ψυχοσωματικής ανάπτυξης νωρίτερα από τα αγόρια, άρα σε όλες τις
ηλικίες το επίπεδο ωριμότητάς τους είναι υψηλότερο, οπότε σε όλες τις
βαθμίδες εκπαίδευσης τα κορίτσια παίρνουν μεγαλύτερους βαθμούς από ό,τι τα
αγόρια.
Οι στρατηγικές μάθησης στο σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα αναφέρονται κυρίως
στο αριστερό ημισφαίριο και στους δεξιόχειρες μαθητές.
Το να θυμάται κανείς το γλωσσικό υλικό, να το θυμάται και να το καταγράφει
αυθόρμητα ή καθ' υπαγόρευση, υποδηλώνει τις πρωταρχικές-σημαντικές
λειτουργίες του αριστερού ημισφαιρίου (Καραπέτσας, 1985).
Το αριστερό ημισφαίριο μαθαίνει να θυμάται τις λεκτικές και τις αριθμητικές
πληροφορίες, ενώ το δεξί ημισφαίριο μαθαίνει τις χωροταξικές, τις μουσικές
και τις εικονικές πληροφορίες.
Σημαντικό επίτευγμα των στρατηγικών διδασκαλίας είναι η ικανότητα του ατόμου
να επεξεργάζεται οπτικές πληροφορίες. Ο κοινός τρόπος επεξεργασίας οπτικών
πληροφοριών είναι ο λεκτικός-συμβολικός τρόπος, χαρακτηριστικός της
λειτουργίας του αριστερού ημισφαιρίου.
Το σημερινό σύστημα της εκπαίδευσης ασχολείται με την ανάπτυξη λεκτικών και
λογικών ικανοτήτων σειριακού τύπου, δηλαδή απευθύνεται στο αριστερό
ημισφαίριο, γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η εξωλεκτική πλευρά
της γνώσης σχεδόν αγνοείται, ενώ η διαισθητική σκέψη αποθαρρύνεται στο
σχολείο.
Η επίδοση βέβαια των παιδιών διαφέρει, διότι τα όρια των γνωστικών διαφορών
μεταξύ των παιδιών αποδίδονται στη διαφορετική εγκεφαλική δομή και στην
οργάνωση (Martin, 1984). Τα δομικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά της
οργάνωσης του εγκεφάλου προσδιορίζουν και διαμορφώνουν τα όρια των
επιδιώξεων σε κάθε δραστηριότητα γνωστικής διαδικασίας
Οι μαθησιακές δυσκολίες, λοιπόν, είναι ένα πλαίσιο διαταραχών που
εκδηλώνονται με κάποια έγκαιρα συμπτώματα ή σημεία ανάλογα με το σύστημα που
θα δυσλειτουργήσει και την επίπτωση που θα έχει στην υπεύθυνη λειτουργία,
όπως για παράδειγμα οι δυσλειτουργίες του γλωσσικού συστήματος (το παιδί που
δε βρίσκει την κατάλληλη λέξη όταν μιλάει, το παιδί που δεν ανέπτυξε το
συντακτικό μηχανισμό), έχουν ως επακόλουθο διαταραχές στη γλώσσα ή στην
ομιλία και μετέπειτα στην κατάκτηση της αναγνωστικής ικανότητας.
Αν πάρουμε το κινητικό σύστημα τα πρώιμα συμπτώματα είναι οι δυσκολίες που
εμφανίζουν τα παιδιά στο να πιάσουν σωστά το μολύβι για να ζωγραφίσουν και
να γράψουν, θα προκαλέσουν στο μέλλον την ανάπτυξη διαταραχών στη γραφή.
Με βάση αυτό το σκεπτικό έχουμε για κάθε μαθησιακή δυσκολία τα αντίστοιχα
συστήματα του εγκεφάλου που δυσλειτουργούν.
Έτσι δυσλειτουργίες του συστήματος ανάγνωσης, γραφής, αριθμητικής οδηγούν σε
δυσλεξίες, δυσαριθμησίες, δυσγραφίες και δυσορθογραφίες. Η νευροψυχολογική
δε εικόνα είναι : οι δυσκολίες 1. Στην αναγνωστική κατανόηση, 2. Στην
προσοχή, 3.στον ακουστικο-οπτικό συντονισμό, 4. Στη γραφή και 5. Στην
ακουστική αντίληψη.
Ειδικότερα, λοιπόν, δυσλεξία λειτουργικά ορίζεται ως η διαταραχή σε έναν ή
σε περισσότερους μηχανισμούς που εμπλέκονται στην ανάγνωση, δηλαδή στην
αποκωδικοποίηση, γράμμα-λέξη, αναγνώριση, φωνητική ανάλυση, κατανόηση, στους
τρεις τύπους γραφής και δε συνδέεται με άλλες οργανικές ή διανοητικές
διαταραχές. Η Δυσλεξία είναι έμφυτη και οφείλεται σε σε εγκεφαλικές
δυσλειτουργίες στο επίπεδο των νευρωνικών συνελεύσεων.

Υπάρχουν δύο βασικοί τύποι δυσλεξίας σύμφωνα με τις πρόσφατες έρευνες
του Bakker (1989).
-
α) Είναι ο τύπος L, που διαβάζει γρήγορα, παραβλέπει
γράμματα, λέξεις ή ακόμα και φράσεις μέσα σε ένα κείμενο. Κάνει
σημαντικά λάθη υποκατάστασης γραμμάτων στην ανάγνωσή του.
-
β) Ο δεύτερος τύπος P, εμφανίζει μια υπερανάπτυξη των
λειτουργιών του δεξιού ημισφαιρίου. Αυτός ο τύπος είναι ευαίσθητος στα
αντιληπτικά σύμβολα του κειμένου, διαβάζει αργά και κάνει συμπερασματικά
και υποθετικά λάθη κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης. Οι σημερινές έρευνες
στηριζόμενες σε νευροανατομικά και νευροφυσιολογικά δεδομένα προτείνουν
13 τύπους δυσλεξίας.
Η δυσαριθμησία ορίζεται σαν τη διαταραχή σε έναν ή περισσότερους
μηχανισμούς που εμπλέκονται στα μαθηματικά όπως π.χ. υπολογισμός,
μαθηματική λογική, γλώσσα κ.λ.π. Η διαταραχή αυτή συχνά συνοδεύεται και
από οπτικο-χωρικές δυσλειτουργίες.
Η δυσγραφία ορίζεται σαν τη διαταραχή της γραπτής έκφρασης και
που εμπλέκει έναν ή και περισσότερους μηχανισμούς: όπως την κινητική
δημιουργία της γραφής, τη διαμόρφωση των γραμμάτων, την ταχύτητα της
γραφής, τη χωρική οργάνωσή της, τη γνώση των κανόνων της ορθογραφίας, τη
χρήση των γραμματικών κανόνων, του συλλαβισμού καθώς και την ανάπτυξη
των σημασιολογικών (καθαρής έκφρασης) και οργανωτικών ικανοτήτων όσον
αφορά θεματολογία και γραφή.
Δυσορθογραφία είναι η ειδική δυσκολία του
παιδιού για την εκμάθηση της ορθογραφημένης γραφής, αλλά και η ανεξήγητη
δυσκολία που αφορά την ικανότητά του να αντιστοιχεί με ευχέρεια φωνήματα
και γραφήματα, να εφαρμόζει τους γραμματικούς κανόνες σε όλους τους
τύπους της γραφής.
Τα ορθογραφικά λάθη που εμφανίζουν οι μαθητές μπορούν να χωριστούν σε :
1) λάθη στη δομή της λέξης,(δυσκολία απεικόνισης
γραφημάτων, δυσκολία στη φωνολογική ή και φωνοτακτική δομή της λέξης,
και δυσκολία στην επιλογή των γραφημάτων σύμφωνα με τους γραμματικούς
κανόνες),
2) λάθη στη δομή της πρότασης (διαχωρισμός των
λέξεων, γραμματικο-συντακτικά λάθη και δυσκολία επιλογής του κατάλληλου
γραφήματος σύμφωνα με το νόημα της λέξης μέσα στην πρόταση),
3) λάθη στη σύνταξη του γραπτού κειμένου
(εννοιολογικά ή σημασιολογικά λάθη και περιορισμένο περιεχόμενο).
Τα δομικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά της οργάνωσης του εγκεφάλου
προσδιορίζουν και διαμορφώνουν τα όρια των επιδιώξεων σε κάθε δραστηριότητα
γνωστικής διαδικασίας. Απαραίτητη προϋπόθεση η παιδαγωγική παρέμβαση να
συμβαδίζει με το νοητικο-αντιληπτικό και μαθησιακό επίπεδο του μαθητή
(Μήτσιου,2000).
Γίνεται, λοιπόν, καταφανές πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η ενημέρωση του
εκπαιδευτικού και του γονέα για τις μαθησιακές δυσκολίες και ο δρόμος που
πρέπει να ακολουθήσει μόλις εντοπίσει το πρόβλημα ή καλύτερα μόλις έχει τις
πρώτες ενδείξεις. Ποιες είναι όμως αυτές οι ενδείξεις;
Για παράδειγμα, δώστε περισσότερη προσοχή όταν το παιδί σας δυσκολεύεται
ιδιαίτερα να διαβάσει, παρ' ότι τα παιδιά της ηλικίας του έχουν αποκτήσει
αυτή τη δεξιότητα, αν κάνει πολλά ορθογραφικά λάθη ακόμη και σε λέξεις πολύ
κοινές και αν δυσκολεύεται ιδιαίτερα να αντιγράψει κάποιο κείμενο.
Επίσης θα πρέπει να προσέχετε αν το παιδί:
α. παρουσιάζει δυσκολία στην
αντίληψη βασικών ποσοτικών εννοιών.
β. παρουσιάζει δυσκολία στον προσανατολισμό στο χώρο και στο χρόνο.
γ. είναι αδέξιο, δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί
δ. παραλείπει ή προσθέτει γράμματα, συλλαβές, λέξεις, πηδάει σειρές, συγχέει
λέξεις που μοιάζουν οπτικά ή ακουστικά (δένω-μένω), αντικαθιστά λέξεις με
άλλες που έχουν την ίδια ή την παρόμοια σημασία (σκοτεινό-μαύρο), συγχέει
γράμματα ως προς τον προσανατολισμό τους στο χώρο ή τη σειρά τους μέσα στη
λέξη, κάνει αλλόκοτα λάθη χωρίς καμιά λογική εξήγηση
ε. δυσκολεύεται να τονίσει σωστά τις λέξεις, διαβάζει στον αόριστο, έχει
προβλήματα με τους χρόνους των ρημάτων ή τις αντωνυμίες
στ. διαβάζει αγνοώντας τα σημεία στίξης.
ζ. τα γραπτά του είναι ακατάστατα και δυσανάγνωστα και
η. δυσκολεύεται να θυμηθεί και συνεπώς να εκτελέσει μια σειρά προφορικών
εντολών, παρερμηνεύει προφορικές οδηγίες, δυσκολεύεται ή αργεί να τελειώσει
κάποια εργασία και παρουσιάζει κακό συντονισμό κινήσεων.
Το πρώτο βήμα, λοιπόν, του εκπαιδευτικού είναι να γίνει η εντόπιση
του μαθησιακού προβλήματος. Το δεύτερο βήμα είναι η υλοποίηση ειδικών
στρατηγικών παρέμβασης σε επίπεδο τάξης εφαρμόζοντας συγκεκριμένες ασκήσεις
αντιμετώπισης
Ανακοινώθηκε στο 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Παιδιατρικής 23-10-2004.

|