|
ΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ ΧΡΟΝΙΑ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (1833-1880) |
(πηγές:
Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, ΤΕΦΑΑ Θεσσαλίας, Ενωση Γυμναστών Βερείου Ελλάδος)
Η εγκαθίδρυση του ανεξάρτητου
ελληνικού κράτους στις αρχές της δεκαετίας του 1830 εγκαινιάζει μια
σειρά μετασχηματισμών σε όλες τις σφαίρες της οικονομικής,
κοινωνικής και πολιτικής ζωής που συγκροτούν τη νεοελληνική
κοινωνία, εντάσσοντάς τη στη νεωτερικότητα και καθιστώντας την τμήμα
του σύγχρονου κόσμου.
Μία από τις όψεις αυτής της δυναμικής διαδικασίας συνιστά η σταδιακή
υιοθέτηση στάσεων ζωής, κανόνων συμπεριφοράς και πολιτισμικών
πρακτικών που την ίδια εποχή κατισχύουν στη Δύση και χαρακτηρίζουν
το σύγχρονο πολιτισμό.
H διάδοση του αθλητισμού στις σύγχρονες κοινωνίες και η υιοθέτηση
της πρακτικής αυτής σε ευρεία κοινωνικά στρώματα στηρίχτηκε σε ένα
βαθμό στην εισαγωγή της Φυσικής Αγωγής στη δημόσια εκπαίδευση κατά
το 19ο αιώνα. Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα διαμορφώθηκε, ως προς
τις βασικές του δομές, στα πρώτα χρόνια μετά την εγκαθίδρυση του
ανεξάρτητου ελληνικού κράτους (1833), με μια σειρά διαταγμάτων που
αφορούσαν την πρωτοβάθμια (1834), τη δευτεροβάθμια (1836) και την
τριτοβάθμια εκπαίδευση (1837). Σύμφωνα με τα πρώτα αυτά διατάγματα η
γυμναστική προβλεπόταν να διδάσκεται στα σχολεία δύο ώρες την
εβδομάδα.
Πέρασαν, ωστόσο, πέντε περίπου δεκαετίες έως ότου εισαχθεί η Φυσική
Αγωγή στη σχολική εκπαίδευση, κάτι που άρχισε να γίνεται σταδιακά
από τις αρχές της δεκαετίας του 1880. Ο χρόνος που πέρασε από την
αρχική εξαγγελία έως την εισαγωγή της Φ.Α. στην εκπαίδευση σημάδευσε
τις κοινωνικές και πολιτισμικές διεργασίες που χαρακτήρισαν την
ελληνική κοινωνία στο ίδιο διάστημα και οδήγησαν, το τελευταίο
τέταρτο του 19ου αιώνα, στην ανάπτυξη των θεσμών και των μηχανισμών
του ελληνικού αθλητισμού.
Προϋπόθεση των παραπάνω διεργασιών υπήρξε η σταδιακή απαξίωση
"παραδοσιακών" πρακτικών διαχείρισης της σωματικής ικανότητας και
ρώμης, όπως οι υπαίθριες επιδείξεις ασκήσεων δύναμης, ακροβασίας,
σχοινοβασίας κτλ., και η υιοθέτηση νεωτερικών προτύπων σωματικής
άσκησης που οργανώνονταν σε σχέση με τη Φ.Α. και ευρύτερα με τον
αθλητισμό. Δεν είναι τυχαίο ότι η πλατεία των ανακτόρων την εποχή
του Όθωνα (1833-1862) αποτέλεσε τον κατεξοχήν τόπο για τις παραπάνω
δραστηριότητες. Επρόκειτο για ιδιαίτερα δημοφιλείς πλανόδιες
παραστάσεις, για λαϊκά αστικά δρώμενα, που πραγματοποιούνταν συνήθως
σε ημέρες εορτών ή αργίας.
Είναι ενδεικτικό ότι οι δύο πρώτες, από τις συνολικά τέσσερις, Ζάππειες
Ολυμπιάδες, δηλαδή εκείνες που διοργανώθηκαν το 1859 και το 1870,
θύμιζαν περισσότερο τις προαναφερθείσες "παραστάσεις" παρά
αθλητικούς αγώνες. ΄Aλλωστε, τα χρόνια αυτά χαρακτηρίζονται από
παντελή απουσία οποιασδήποτε αθλητικής δραστηριότητας στην Αθήνα.
Έτσι, για σχεδόν μισό αιώνα η Φ.Α. απουσίαζε από τα ελληνικά
σχολεία, παρ' ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα οργανώθηκε
χρησιμοποιώντας ως υπόδειγμα το αντίστοιχο γερμανικό, βασικό
στοιχείο του οποίου υπήρξαν οι γυμναστικές ασκήσεις και η χρήση
ειδικών οργάνων (αλτήρες, μονόζυγα, κρίκοι, μπάρες κτλ.).
Το χρονικό αυτό διάστημα των τεσσάρων και πλέον δεκαετιών λειτούργησαν
στην Αθήνα ένα με δύο γυμναστήρια κι αυτά περιστασιακά. Μάλιστα, οι
λιγοστοί έτσι κι αλλιώς ασκούμενοι σε αυτά φαίνεται ότι ήταν στην
πλειονότητά τους πυροσβέστες που, εξαιτίας του επαγγέλματός τους,
έπρεπε να γυμνάζονται αρκετά συχνά.
Όσον αφορά το χώρο της εκπαίδευσης τα χρόνια εκείνα, η γυμναστική
περιορίστηκε ως μάθημα στο Διδασκαλείο, της Αίγινας αρχικά και της
Αθήνας στη συνέχεια. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες της εποχής το
γυμναστήριο του Διδασκαλείου είχε οργανωθεί το 1834 από το Γερμανό
F. Kork. Πρόκειται πιθανόν για κάποιον από τους πολυάριθμους
Γερμανούς που βρέθηκαν στην Ελλάδα στα πρώτα χρόνια της βασιλείας
του Όθωνα. Από το 1837 υπεύθυνος για τη γυμναστική εκπαίδευση των
μαθητευόμενων δασκάλων τοποθετείται ο παιδαγωγός Γεώργιος Παγών,
που ήταν και ο συγγραφέας του πρώτου εγχειριδίου για τη Φ.Α.
στην Ελλάδα. Η κατάσταση παρέμεινε έτσι έως το 1860, οπότε η Φ.Α.
αφαιρέθηκε από τα μαθήματα του Διδασκαλείου και διαλύθηκε το εκεί
γυμναστήριο. Τις επόμενες δύο δεκαετίες η Φ.Α. και η εκπαίδευση
αποτέλεσαν για την ελληνική πραγματικότητα δύο ασύμπτωτες έννοιες.
Αυτό άλλαξε προοδευτικά τη δεκαετία του 1880.
|